- ἐμφάντασις
- ἐμφάντ-ᾰσις, εως, ἡ,A imagination, Plot.3.6.17.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εμφάντασις — ἐμφάντασις, η (Α) αυτό που εφευρίσκει κανείς με τη φαντασία, η επινόηση … Dictionary of Greek
ἐμφαντάσεως — ἐμφαντάσεω̆ς , ἐμφάντασις imagination fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)